Παρασκευή, Νοεμβρίου 05, 2010

Συνταγματικοί φραγμοί για την διενέργεια πρόωρων εκλογών

Σύμφωνα με το άρθρο 53 του Συντάγματος, οι βουλευτές εκλέγονται για τέσσερα συνεχή έτη που αρχίζουν από τη μέρα των γενικών εκλογών (βλ. εδώ). Αυτός ο συνταγματικός κανόνας επιβάλλει την διενέργεια εκλογών κάθε τετραετία. Το Σύνταγμα προβλέπει βέβαια και εξαιρέσεις, αφού ως γνωστόν ελάχιστες φορές στην εκλογική ιστορία της χώρας έχει τηρηθεί η τετραετία. Πάντως η ίδια η παραίτηση της Κυβέρνησης, αντίθετα από ό,τι πιστεύεται, δεν αποτελεί άνευ ετέρου έναν συνταγματικά προβλεπόμενο λόγο για την άμεση διενέργεια εκλογών.


Η παραίτηση της Κυβέρνησης δεν συνεπάγεται αυτομάτως την διενέργεια πρόωρων εκλογών, αφού επιβάλλεται πρώτα η τήρηση μιας διαδικασίας που προβλέπεται από το άρθρο 38 του Συντάγματος (βλ. εδώ). Σύμφωνα με αυτό το άρθρο, αν η Κυβέρνηση παραιτηθεί, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας την απαλλάσσει από τα καθήκοντά της και εάν ο Πρωθυπουργός της παραιτούμενης Κυβέρνησης είναι αρχηγός κόμματος που διαθέτει την απόλυτη πλειοψηφία του συνόλου των βουλευτών (δηλ. τουλ. 150 + 1), εφαρμοζεται αναλόγως η διάταξη του άρθρου 37 παρ. 3 εδ. γ' του Συντάγματος. Ας δούμε τι λέει αυτό το γ' εδάφιο(βλ. πλήρες άρθρο 37 εδώ):


"Aν οι διερευνητικές εντολές δεν τελεσφορήσουν, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας καλεί τους αρχηγούς των κομμάτων και, αν επιβεβαιωθεί η αδυναμία σχηματισμού Kυβέρνησης που να έχει την εμπιστοσύνη της Bουλής, επιδιώκει το σχηματισμό Kυβέρνησης από όλα τα κόμματα της Bουλής για τη διενέργεια εκλογών και σε περίπτωση αποτυχίας αναθέτει στον Πρόεδρο του Συμβουλίου της Eπικρατείας ή του Aρείου Πάγου ή του Eλεγκτικού Συνεδρίου το σχηματισμό Kυβέρνησης, όσο το δυνατόν ευρύτερης αποδοχής, για να διενεργήσει εκλογές, και διαλύει τη Bουλή."


Επομένως, το Σύνταγμα προβλέπει ότι η παραίτηση μιας αυτοδύναμης Κυβέρνησης δεν επιφέρει αυτομάτως την διενέργεια εκλογών, αλλά πρέπει πρώτα να διερευνηθεί υποχρεωτικά η δυνατότητα σχηματισμού κοινοβουλευτικά σταθερής Κυβέρνησης (προφανώς οικουμενικής ή υπερκομματικής). Εάν αυτό το ενδεχόμενο αποκλεισθεί, τότε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας επιδιώκει τον σχηματισμό υπηρεσιακής οικουμενικής Κυβέρνησης για την διενέργεια εκλογών. Εάν κι αυτή η δυνατότητα αποκλεισθεί, τότε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας αναθέτει στον Πρόεδρο ενός των τριών ανώτατων δικαστηρίων την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης με αποστολή τη διενέργεια εκλογών.


Πέρα από αυτή τη διαδικασία, η προκήρυξη εκλογών αποτελεί αρμοδιότητα του Προέδρου της Δημοκρατίας σε δύο περιπτώσεις: (α) όταν από την Βουλή έχουν καταψηφιστεί δύο Κυβερνήσεις και η σύνθεση της Βουλής δεν εξασφαλίζει κυβερνητική σταθερότητα ή (β) όταν η Κυβέρνηση προτείνει τη διενέργεια εκλογών για την "ανανέωση της λαϊκής εντολής προκειμένου να αντιμετωπιστεί εξαιρετικό θέμα εθνικής σημασίας", σύμφωνα με το άρθρο 41 του Συντάγματος (βλ. εδώ). Το αν το προτεινόμενο από την Κυβέρνηση θέμα είναι όντως "εξαρετικό" και "εθνικής σημασίας" ελέγχεται λοιπόν από τον ίδιο τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, δια της υπογραφής του σχετικού προεδρικού διατάγματος που του έχει προετοιμάσει η Κυβέρνηση. Η εναλλακτική που έχει ο ΠτΔ είναι να μην υπογράψει το εν λόγω προεδρικό διάταγμα, κρίνοντας ότι δεν πρόκειται για θέμα εξαιρετικής σημασίας ή ότι πρόκειται για το το ίδιο θέμα για το οποίο διαλύθηκε η προηγούμενη Βουλή (άρθρο 41 παρ. 2 εδ. β') ή αν δεν έχει παρέλθει ένα έτος από την εκλογή της προηγούμενης Βουλής ( υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 41 παρ. 4). Η άρνηση του ΠτΔ να υπογράψει το εν λόγω προεδρικό διάταγμα θα μπορούσε να οδηγήσει σε ανάκληση της πολιτικής απόφασης της Κυβέρνησης για τη διενέργεια εκλογών, χωρίς να είναι υποχρεωτική η παραίτηση του ΠτΔ που ενδεχομένως από μόνη της θα οδηγούσε και πάλι σε εκλογές (αφού αν δεν μπορούν να βρεθούν 200 ψήφοι γιατί να παραιτηθεί η Κυβέρνηση - βέβαια αν το θέλει τόσο πολύ γιατί να την εμποδίσει ο Πρόεδρος, αλλά τέλος πάντων).


Κατά τη γνώμη μου το πνεύμα των παραπάνω διατάξεων επιβάλλει την διερεύνηση του σχηματισμού οικουμενικής κυβέρνησης κατά την έννοια του άρθρου 37 παρ. 3 εδ. γ' πριν από την διάλυση της Βουλής, ακόμη κι όταν η Κυβέρνηση επικαλείται το "εξαιρετικό θέμα εθνικής σημασίας", διότι η "ανανέωση της λαϊκής εντολης" αποτελεί μια εξαίρεση από τον κανόνα του άρθρου 53 του Συντάγματος που ορίζει ότι η "λαϊκή έντολή" έχει τετραετή ισχύ. Δηλαδή πριν την διάλυση της Βουλής κατ' άρθρο 41 παρ. 2 του Συντάγματος, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας έχει την υποχρέωση να διερευνήσει το ενδεχόμενο δημιουργίας διακομματικής κυβέρνησης με κοινοβουλευτική σταθερότητα που θα μπορούσε να εκφράζει ακόμα την τετραετούς ισχύος "λαϊκή εντολή".


Ένας κλασικός συνταγματολόγος θα έλεγε ότι είναι διαφορετικό πράγμα η “παραίτηση της Κυβέρνησης” κι άλλο πράγμα η “διάλυση της Βουλής”. Τεχνικά θα έχει δίκιο. Αν όμως η προκήρυξη πρόωρων εκλογών από την Κυβέρνηση δεν συνιστά κατ' ουσίαν και παραίτησή της, με προσφυγή στη λαϊκή εντολή, τότε η γνώμη του κλασικού συνταγματολόγου δεν ξέρω ποια βαρύτητα μπορεί να έχει. Και στις δύο περιπτώσεις έχουμε μια Κυβέρνηση που αποφασίζει να απαλλαγεί από τα καθήκοντά της. Πρόκειται ουσιαστικά για το ίδιο αποτέλεσμα, δεδομένου μάλιστα ότι τα ίδια τα συνταγματικά άρθρα περιέχουν μεταξύ τους παραπομπές.


Σχετικά με το τι συνιστά "εξαιρετικό θέμα εθνικής σημασίας", κατά το πνεύμα του Συντάγματος θεωρώ ότι, καθόσον οι εκλογές που προκαλούνται με αυτή τη νομική βάση ενέχουν "δημοψηφισματικό" χαρακτήρα, δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιηθεί το άρθρο 41 παρ. 2 του Συντάγματος για να καταστρατηγηθεί το άρθρο 44 παρ. 2 του Συντάγματος που εξαιρεί ορισμένα θέματα απο την τέλεση δημοψηφίσματος (βλ. εδώ). Συγκεκριμένα, δεν μπορεί να αποτελεί “εξαιρετικό θέμα εθνικής σημασίας” η ύλη ενός δημοσιονομικού νομοσχεδίου, αφού το περιεχόμενό του δεν επιτρέπεται να αποτελέσει αντικείμενο δημοψηφίσματος, διότι έτσι καταστρατηγείται αυτή η συνταγματική απαγόρευση. Αν λοιπόν θεωρήσουμε ότι το Μνημόνιο και τα παραρτήματά του αποτελούν την ύλη μιας σειράς δημοσιονομικών αποφάσεων και η διενέργεια δημοψηφισματικού χαρακτήρα εκλογών γίνεται ειδικά για αυτό το θέμα, δεν συμβαδίζει με το πνεύμα του Συντάγματος.


Είμαι αντίθετος στην προκήρυξη πρόωρων εκλογών στο παραπάνω πλαίσιο. Οι θεσμοί έχουν σχεδιαστεί για να υπηρετήσουν συγκεκριμένες λειτουργίες και όσο τους χρησιμοποιούμε για άλλες στοχεύσεις, τόσο θα τιμωρούμαστε με λειτουργική αναποτελεσματικότητα του πολιτεύματος.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

To νομοσχέδιο για την ισότητα στον γάμο

 Το νομοσχέδιο προβλέποντας στο άρθρο 3 ότι ο γάμος επιτρέπεται για άτομα διαφορετικού ή ίδιου φύλου, αυτοδικαίως επεκτείνει στα ζευγάρια το...